Κυριακή 26 Σεπτεμβρίου 2010

Από το 2001 είχε αποφασιστεί η επίθεση στο Ιράκ - και συνεχίζεται...

Η ανατροπή του Σαντάμ Χουσεΐν και η εισβολή στο Ιράκ αποτέλεσε προτεραιότητα του Τζορτζ Μπους από τις πρώτες μέρες της προεδρίας του, επιβεβαιώνουν απόρρητα επίσημα έγγραφα που αποχαρακτηρίσθηκαν πρόσφατα. Επίσης, παρά την αναγγελθείσα αποχώρηση, τα αμερικάνικα κατοχικά στρατεύματα στο Ιράκ συνεχίζουν να εμπλέκονται σε μάχες.
Σύμφωνα με έγγραφα που έδωσε στη δημοσιότητα το ανεξάρτητο ερευνητικό ινστιτούτο National Security Archive του πανεπιστημίου Τζορτζ Ουάσινγκτον.
Λίγες ώρες μετά την τρομοκρατική επίθεση της 11ης Σεπτεμβρίου 2001, ο τότε υπουργός Άμυνας, Ντόναλντ Ράμσφελντ, ανέθεσε σε νομικό σύμβουλο του Πενταγώνου να αναζητήσει στοιχεία που θα συνέδεαν το δικτάτορα του Ιράκ με την Αλ Κάιντα. Αλλά και νωρίτερα, τον Ιούνιο του 2001, Αμερικανοί αξιωματούχοι έσπευδαν να παρουσιάσουν σωλήνες από αλουμίνιο με προορισμό το Ιράκ ως αποδεικτικό στοιχείο ότι κατασκεύαζει πυρηνικά όπλα, χωρίς να περιμένουν τα αποτελέσματα των σχετικών ερευνών.
Τον Ιούλιο του 2001, Ο Ράμσφελντ έστειλε ενημερωτικό σημείωμα στη σύμβουλο Εθνικής Ασφαλείας, Κοντολίζα Ράις, ζητώντας τη σύγκληση σύσκεψης υψηλού επιπέδου με θέμα τη στρατηγική απέναντι στο Ιράκ. "Αν το καθεστώς του Σαντάμ πέσει, θα είμαστε σε σαφώς καλύτερη θέση στην περιοχή και αλλού [...] μία μεγάλη νίκη στο Ιράκ θα ενίσχυε την αξιοπιστία των ΗΠΑ και την επιρροή τους στην περιοχή", ανέφερε στο σημείωμα.
Η απόφαση φαίνεται ότι είχε ληφθεί το χειμώνα του 2001. Ο Αμερικανός υπουργός Άμυνας έδωσε τότε εντολή στο στρατηγό Τόμι Φρανκς, στρατιωτικό υπεύθυνο για τη Μέση Ανατολή, να ετοιμαστεί για τον "αποκεφαλισμό" του καθεστώτος της Βαγδάτης. Στις 27 Νοεμβρίου 2001 έδωσε κατάλογο, στον οποίο αναφέρονταν όλες οι δικαιολογίες που θα επέτρεπαν την εισβολή, όπως επιθέσεις του ιρακινού στρατού εναντίον του κουρδικού θύλακα στο βόρειο Ιράκ, η υποτιθέμενη σχέση ανάμεσα στο Σαντάμ και την Αλ Κάιντα, επιθέσεις με χρήση βάκιλου του άνθρακα, καθώς και διαμάχες γύρω από τις επιθεωρήσεις ιρακινών εγκαταστάσεων από τον ΟΗΕ.
Σήμερα, εφτά χρόνια μετά την επέμβαση, ο αμερικάνικος στρατός συνεχίζει να εμπλέκεται σε μάχες, παρά την ανακοίνωση της επίσημης αποχώρησής του πριν από λίγες ημέρες. Σύμφωνα με τα διεθνή δημοσιεύματα, Αμερικανοί πεζοναύτες συμμετείχαν σε μάχη στη Βαγαδάτη στις 5 Σεπτεμβρίου, στρατεύματα πραγματοποίησαν επίσης επιδρομή στη Φαλούτζα 10 ημέρες μετά ενώ πραγματοποιήθηκε ακόμα μία επίθεση, πριν δύο εβδομάδες από F-16 και ελικόπτερα στην Μπακούμπα.
Περίπου 50.000 Αμερικανοί στρατιώτες παραμένουν στο Ιράκ, 7,5 χρόνια μετά την εισβολή στη χώρα και λίγες εβδομάδες μετά την εξαγγελία του Ομπάμα. "Οι κανόνες εμπλοκής μας δεν έχουν αλλάξει. Το Ιράκ παραμένει από καιρού εις καιρόν ένα επικίνδυνο μέρος, κι όταν οι στρατιώτες μας δέχονται επίθεση, θα ανταποδίδουν πυρά", δήλωσε ο ταξίαρχος Τζέφρι Μπιουκάναν, εκπρόσωπος του αμερικανικού στρατού.
Οι δυνάμεις των Ηνωμένων Πολιτειών επιμένουν ότι παραμένουν στο Ιράκ με "συμβουλευτικό, εκπαιδευτικό και βοηθητικό" ρόλο. Ωστόσο αρκετοί παραδέχονται ότι ο ρόλος τους περιλαμβάνει λίγο - πολύ συμμετοχή σε μάχες.
Βαγδάτη και Ουάσινγκτον υπογραμμίζουν ότι το επίπεδο της βίας έχει μειωθεί κατά πολύ σε σύγκριση με το αποκορύφωμα της σεκταριστικής σφαγής, όταν δεκάδες χιλιάδες άνθρωποι σκοτώθηκαν, την περίοδο 2006-2007. Ο στρατός των ΗΠΑ λέει ότι στο Ιράκ καθημερινά σημειώνονται περίπου 15 επιθέσεις κατά μέσον όρο.
Πηγή enet.gr